Ὁ Οἰκουμενισμός, ὡς ἕνα ἀκόμα φαινόμενο θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ, προάγεται στίς μέρες μας, συστηματικῶ τῷ τρόπω, μέσω τῶν διαφόρων οἰκουμενιστικῶν ἐνεργειῶν τῶν «ὀρθοδόξων» νεοημερολογιτῶν ἐπισκόπων, τίς ὁποῖες βλέπουμε ἀφειδῶς καί ἐλαφρά τή καρδία, νά ἐφαρμόζονται. Βασίζονται δέ στήν πατριαρχική ἐγκύκλιο τοῦ 1920 ἡ ὁποία δικαίως ἔχει χαρακτηρισθεῖ ὡς ὁ καταστατικός χάρτης τῆς διαχριστιανικῆς παγκοσμιοποιήσεως, διότι σέ αὐτήν περιλαμβάνονται δέκα (10) σαφεῖς μέθοδοι αὐτομάτου προσεγγίσεως καί ἑνώσεως τῶν λεγομένων «Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν» μέ μόνη προϋπόθεση τήν πίστη γενικά στόν Χριστό, δίχως νά ἔχει σημασία τό ἀκριβές της περιεχόμενο, δηλαδή χωρίς νά ἐξετάζονται οἱ δογματικές διαφοροποιήσεις καί οἱ λόγοι χωρισμοῦ. Δηλαδή μία πανομολογιακή συγκόλληση.
 
Τό δέ Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν (ἤ μήπως αἱρέσεων;), τοῦ ὁποίου ἰδρυτικά μέλη εἶναι καί ὀρθόδοξες (κατ’ όνομα μόνο..) Ἐκκλησίες καί Πατριαρχεῖα, εἶναι τό βασικό ὄργανο προωθήσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί γιά συμμετοχή σ’ αὐτό, προϋποθέτει ἐνστερνισμό προτεσταντικῶν ἐκκλησιολογικῶν ἀρχῶν ἀσύμβατων πρός τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιολογία. Οἱ Ὀρθόδοξοι, μετά τήν Γενική Συνέλευσι τοῦ Νέου Δελχί (1961) συμμετέχουν πλέον ὡς μειοψηφία στά συνέδρια τοῦ Π.Σ.Ε. καί δέν μποροῦν νά ἐπηρεάσουν ἀποτελεσματικά τήν γραμμή καί τίς ἀποφάσεις του, οὔτε νά δώσουν οὐσιαστική Ὀρθόδοξη μαρτυρία, ἔφ ὅσον δέν τούς ἐπιτρέπεται πλέον νά καταθέτουν ἰδιαιτέρα δήλωσι ὡς ἐκπρόσωποι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Δηλαδή οἱ Ὀρθόδοξες Τοπικές Ἐκκλησίες συμμετέχουν πλέον ὡς παραφυάδες (denominations) τοῦ Χριστιανισμοῦ. Δηλαδή τίποτε περισσότερο ἀπό θέσεις στόν κατάλογο τοῦ Π.Σ.Ε., ἀνάμεσά σε αἱρετικές ὁμάδες – τά μυστήρια τῶν ὁποίων ἀναγνωρίζουν ὡς έχοντα μεταδίδοντα ἁγιαστική καί σώζουσα Χάρη – και μάλιστα πολλές ἀπό τίς ὁποῖες δέν ἀριθμοῦν περισσοτέρους ἀπό 10.000 - 20.000 ὀπαδούς.

Ἐκεῖ οἱ Ὀρθόδοξοι, ἔχοντας ἐκχωρήσει τήν μοναδικότητα ἀληθείας καί σωτηρίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στό Παγκόσμιο Συμβούλιο αἱρέσεων καί παραθρησκείας, μαζί μέ τίς λοιπές «χριστιανικές» ἀντιπροσωπεῖες καί τίς παρασυναγωγές αἱρετικῶν, παρακαλοῦν τό... Ἅγιο Πνεῦμα γιά νά τούς θεραπεύσει καί νά τούς συμφιλιώσει! Ποιό εἶναι αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα; ἀπό τί καί πῶς θά τούς θεραπεύσει; ποιούς και μέ ποιούς θά τούς συμφιλιώσει μέσα σέ αὐτή τήν βαβυλωνία τῆς δαιμονικῆς συγχύσεως;

Ὁμιλοῦν «γιά ἐπαναπροσδιορισμό τῆς Ἐκκλησιολογίας» ἐννοώντας συμμόρφωση στόν δογματικό πλουραλισμό καί στήν ἠθική ἀνεκτικότητα. Καί λέγοντας ἠθική ἀνεκτικότητα, ἐννοεῖται ὅτι μποροῦν νά συμπροσεύχονται μαζί μέ ὅλες τίς αἱρέσεις, τίς ἐπισκοπίνες, τίς παπαδίνες, πολλές ἀπό τίς ὁποῖες δημόσια διακηρύττουν τή λεσβιακή τους «ἰδιαιτερότητα», «νά γιορτάσουν τήν ἑνότητά τους ἐν Χριστῷ καί τή δοσμένη ἀπό τό Θεό ποικιλία τους» καί νά διατρανώνουν τήν «διαφορετικότητά» τους.

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἔχει τήν αὐτοσυνειδησία ὅτι εἶναι ἡ Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική. Τό ἦθος τῆς εἶναι πάντοτε καί ἀναλλοιώτως τό εὐαγγελικό ἦθος. Οἱ ἁμαρτίες τῶν μελῶν της δέν προσβάλλουν οὔτε τήν μοναδικότητά της, οὔτε τήν ἁγιότητά της, ἐπειδή αὐτές οἱ ἰδιότητες ἀπορρέουν ἀπό τήν μοναδικότητα καί τήν ἁγιότητα τῆς αἰωνίας Κεφαλῆς της, τόν Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ δογματική πολυδιάσπασις, ποῦ συντηρεῖται στό πλαίσιο τοῦ Π.Σ.Ε. καί ἀποτελεῖ κεντρικό ἄξονα γιά τήν ὕπαρξί του, εἶναι ἡ καλλιτέρα ἀπόδειξις ὅτι ἡ ἐπιζητουμένη ἴασις καί συμφιλίωσις δέν πρόκειται νά εἶναι οὔτε ἐν Χριστῷ οὔτε διά Πνεύματος Ἁγίου. Ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου: «εἷς Κύριος, μία πίστις, ἕν βάπτισμα» (Ἔφ. δ’,5) συνιστᾶ θεμελιώδη ὄρο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας, στόν ὁποῖο δέν ἀνταποκρίνεται ἡ προτεσταντική προσδοκία.

Ἅς γνωρίζουν ὅμως ὅτι ὑπάρχουν ὅρια στήν οἰκονομία καί στήν ὑπομονή μας· ὅρια ὄχι αὐθαίρετα, ἀλλά «ἅ οἱ Πατέρες ἔθεντο». Οἱ Ἱεροί Κανόνες ὁρίζουν:

Κανών ι’, τῶν ἁγίων Ἀποστόλων: Εἰ τίς ἀκοινωνήτω, κάν ἐν οἴκω συνεύξηται οὗτος ἀφοριζέσθω (Πηδάλιον ἔκδ. Ἀστήρ 1976).

Κανών με’, Ἁγίων Ἀποστόλων: Ἐπίσκοπος, ἤ Πρεσβύτερος, ἤ Διάκονος αἱρετικοῖς συνευξάμενος, μόνον, ἀφοριζέσθω, εἰ δέ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς Κληρικοῖς ἐνεργῆσαι τί, καθαιρείσθω (ἐν. ἄν. σέλ 50).

Κανών λγ’ καί ς’, τῆς ἐν Λαοδικεία τοπικῆς Συνόδου: «Ὅτι οὐ δεῖ αἱρετικοῖς ἤ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι» (ἐν.ἄν. σέλ. 433), «μή συγχωρεῖν τοῖς αἱρετικοῖς εἰσιέναι εἰς τόν οἶκον τοῦ Θεοῦ, ἐπιμένοντας τή αἱρέσει» (ἐν.ἄν. σέλ. 422).

Ἐρώτησις Θ΄ Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας: Εἰ ὀφείλει Κληρικός εὔχεσθαι, παρόντων Ἀρειανῶν, ἤ ἄλλων αἱρετικῶν; ἤ οὐδέν αὐτόν βλάπτει, ὁπόταν αὐτός ποιῆ τήν εὐχήν, ἤγουν τήν προσφοράν; Ἀπόκρισις: Ἐν τῇ θεία ἀναφορά ὁ Διάκονος προσφωνεῖ πρό τοῦ ἀσπασμοῦ. «Οἱ ἀκοινώνητοι περιπατήσατε». Οὐκ ὀφείλουσιν οὔν παρεῖναι, εἰ μή ἄν ἐπαγγέλλωνται μετανοεῖν καί ἐκφεύγειν τήν αἵρεσιν. Ἑρμηνεία: …ἀποκρίνεται, ὅτι ἐν τῷ καιρῶ τῆς ἱερουργίας ὁ Διάκονος φωνάζει νά ἔκβουν ἔξω του ναοῦ ὅσοι εἶναι Κατηχούμενοι, λέγων· Ὅσοι Κατηχούμενοι προέλθετε (τοῦτο γάρ δηλοί το, οἱ ἀκοινώνητοι περιπατήσατε). Ἀνίσως λοιπόν ὅσοι εἶναι Κατηχούμενοι δέν συγχωροῦνται νά σταθοῦν ἐν τῷ καιρῶ, ὅταν γίνεται ἡ θεία Λειτουργία, πόσω μᾶλλον αἱρετικοί; ἔξω μόνον, ἄν ὑποσχωνται νά μετανοήσουν καί νά φύγουν ἀπό τήν αἵρεσιν· πλήν καί τότε πάλιν δέν πρέπει νά ἀφήνωνται μέσα εἰς τόν ναόν, ἀλλά νά στέκωνται ἔξω μέ τούς Κατηχουμένους. Εἰ δέ τοιουτοτρόπως δέν ὑπόσχονται, οὐδέ μέ τούς Κατηχουμένους συγχωροῦνται νά στέκουν, ἀλλά νά ἀποδιώκωνται κατά τόν Βαλσαμῶνα (ἐν. ἄν. σέλ 670).

Ἐπίσης κανόνες: ια’, ιβ’ καί ιγ’ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, β΄τῆς ἐν Ἀντιοχεία, θ’, λβ’, καί λζ’ τῆς ἐν Λαοδικεία -γιά τά δῶρα καί τούς συνεορτασμούς.

Τέλος θά μπορούσαμε νά ἀναφέρουμε τούς τόσο βαρυσήμαντους 9ο, 10ο καί 11ο στίχους τῆς Β’ ἐπιστολῆς Ἰωάννου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ. Στό 10ο στίχο ἀπαγορεύει ὁ μαθητής τῆς ἀγάπης στόν κάθε χριστιανό ἀκόμα καί νά χαιρετᾶ τόν αἱρετικό «καί χαίρειν αὐτῶ μή λέγετε». Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση τονίζει ὅτι ὁ ἠγαπημένος, ἐπιστήθιος μαθητής τοῦ Χριστοῦ βγαίνοντας ἀπό δημόσιο χῶρο μαζί μέ ἕνα πνευματικό του παιδί ἐξέφρασε τόν ἀποτροπιασμό του στή θέα τοῦ αἱρετικοῦ Κηρίνθου λέγοντας: «πᾶμε γρήγορα, παιδί μου, νά φύγουμε μήπως πέσει ἡ σκεπή καί μᾶς πλακώσει». Ποιός ἀπό μᾶς μπορεῖ νά ἰσχυρισθεῖ ὅτι μέσα στήν καρδιά τοῦ ἔχει πλουσιότερη ἀγάπη ἀπό τό μαθητή τῆς ΑΓΑΠΗΣ;

Οἱ ἱεροί αὐτοί Κανόνες δέν εἶναι ἀθεολόγητα νομοτεχνικά κείμενα, ἀλλά ἐκφράζουν τήν Ὀρθόδοξο θεολογία καί ἐκκλησιολογία. Ἡ μυστηριακή κοινωνία καί ἡ «κοινωνία ἐν ταῖς προσευχαῖς» προϋποθέτουν τήν κοινή πίστι. Εἶναι ὁ καρπός τῆς ἑνότητος ἐν τῇ πίστει καί ὄχι ἡ ὁδός γιά νά φθάσουμε σέ αὐτήν. Ἀκόμη οἱ ἱεροί Κανόνες ἀσφαλίζουν τά ὅρια τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νά μή συγχέεται μέ τίς αἱρέσεις καί τίς ἐτεροδιδασκαλίες.

Ὑπάρχουν κληρικοί καί λαϊκοί θεολόγοι, οἱ ὁποῖοι φρονοῦν ἐσφαλμένως ὅτι οἱ Κανόνες αὐτοί ἔχουν «καιρικό» χαρακτήρα καί γι’ αὐτό σήμερα δέν ἰσχύουν. Οἱ ἐν λόγω κύριοι νομίζουν ὅτι εἶναι ἐλεύθεροι νά προσβάλουν καί νά θυσιάζουν τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας στόν βωμό τῶν διαφόρων κοσμικῶν καί κοινωνικῶν τους σκοπιμοτήτων, ἀσελγώντας ἐτσιθελικά σέ ὅ,τι ἱερώτερο καί πολυτιμώτερο ἔχει ὁ ὀρθόδοξος ἑλληνικός λαός. Πιθανόν γι’ αὐτούς ὁ θησαυρός τῆς Ὀρθοδοξίας, νά μή σημαίνει τίποτε ἄλλο παρά ἐμπόρευμα γιά ἀνταλλαγή ἤ ὑλικό γιά μαγείρεμα στό ἀκάθαρτο τσουκάλι τῆς Νέας Ἐποχῆς.

Ἡ Νέα αὐτή Ἐποχή τόσο σέ πολιτικοοικονομικό ὅσο καί σέ θρησκευτικό ἐπίπεδο, δέν ἐπιθυμεῖ τόσο νά γκρεμίσει τήν Ἐκκλησία καί τίς ἐκκλησίες (ναούς), ὅσο ἐπιθυμεῖ νά μετατρέψει τήν Ἐκκλησία σέ κάτι ἄλλο ἀπό αὐτό πού εἶναι στήν οὐσία της. Νά τήν κάνει θεραπαινίδα καί χειροκροτητή της, νά τήν μεταλλάξει σέ ἕναν ἄνευρο ὀργανισμό, ὁ ὅποιος θά ἐνσωματωθεῖ πλήρως στό σύστημα καί θά δουλεύει, γιά λογαριασμό του, ὄχι ἀδειάζοντας τούς ναούς, ἀλλά γεμίζοντάς τους μέ ἀνθρώπους πού θά ἔχουν ἀλλοιωμένο φρόνημα. Ἡ γνήσια Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τονίζει τήν ἀξία τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου καί τῆς ἐλευθερίας μέ τήν ὁποία ὁ ἴδιος ὁ Τριαδικός Θεός ἐπροίκισε τόν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό ἡ ἀντίστασή Της δέν εἶναι εὐκαιριακή, ἀλλά πηγάζει ἀπό τήν ἴδια Τῆς τήν πίστη καί θέλει ἐλεύθερους ἀνθρώπους καί πολίτες καί ὄχι ὑπάκουα ρομπότ.

Ἐπιμέλεια : « Νεανικός Ὀρθόδοξος Σύνδεσμος »
 
α. Διότι βάσει αὐτοῦ ἡ Α’ Ἁγία Οἰκουμενική Σύνοδος θέσπισε τόν Πασχάλιο Κανόνα καί ὅρισε νά κυμαίνεται ἡ ἑορτή τοῦ ἁγίου Πάσχα ἀπό 22 Μαρτίου ἕως 25 Ἀπριλίου ἐνῶ μέ τό νέο (παπικό) κυμαίνεται μέχρι 8 Μαΐου.

β. Τό νέο Γρηγοριανό (παπικό) ἑορτολόγιο καί ἡμερολόγιο, ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπό τρεῖς Πανορθοδόξους Συνόδους ἐπί Πατριάρχου Ἱερεμίου τοῦ Τρανοῦ  (1583, 1587, 1593)

γ. Διά Συνοδικῶν Πατριαρχικῶν Ἐγκυκλίων τό ἔτος 1593 οἱ Πατριάρχες: Κωνσταντινουπόλεως Ἱερεμίας καί Ἱεροσολύμων Σωφρόνιος, καί τό ἔτος 1848 οἱ Πατριάρχες: Κωνσταντινουπόλεως Ἄνθιμος, Ἀλεξανδρείας Ἰερόθεος, Ἀντιοχείας Μεθόδιος, Ἱεροσολύμων Κύριλλος, καθυποβάλλουν εἰς φρικτά Ἐκκλησιαστικά ἐπιτίμια ἐκείνους ὅσους θά δεχθοῦν τήν μεταρρύθμιση τοῦ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιαστικοῦ Ἑορτολογίου.

δ. Ἡ ἀλλαγή τοῦ παλαιοῦ ἑορτολογίου προετοιμάσθη καί ἐπεβλήθη στόν Ἑλληνικό λαό ἀπό τούς διαπιστευμένους Μασόνους Χρυσόστομο Παπαδόπουλο (Μητροπολίτη Ἀθηνῶν) καί Μελέτιο Μεταξάκη (Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως) σέ συνεργασία μέ τό Στρατιωτικό Πραξικόπημα Πλαστήρα – Γονατά χωρίς τήν σύμφωνη γνώμη τῶν ἄλλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.

ε. Ὅπως διαπιστώθηκε, στήν Πατριαρχική Ἐγκύκλιο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τό 1920, ἡ παραδοχή ἑνιαίου ἡμερολογίου θά βοηθοῦσε στόν κοινό ἑορτασμό ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν. Καί ὡς «Ἐκκλησίες» νοοῦνταν ὅλες οἱ χριστιανικές αἱρετικές παρασυναγωγές (τῶν καθολικῶν, τῶν μονοφυσιτῶν, τῶν προτεσταντῶν, τῶν ἀγγλικανῶν καί λοιπῶν κακοδόξων) οἱ ὁποῖες βάσει αὐτῆς τῆς ἐγκυκλίου θεωροῦνται «ἀναδενδράδες» (κλάδοι) στόν κοινό κορμό τῆς «διαιρεμένης Ἐκκλησίας» προλειαίνοντας ἔτσι τό δρόμο γιά τή σημερινή συγκρητιστική παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.

Τί εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός;

Ὁ προτεσταντικῆς ἐμπνεύσεως Οἰκουμενισμός εἶναι μία συγκρητιστική κίνηση τοῦ 20ου αἰώνα, πού προωθεῖ τή συνένωση τῶν πάσης φύσεως χριστιανικῶν αἱρέσεων (λατίνων, μονοφυσιτῶν, προτεσταντῶν, ἀγγλικανῶν κλπ), μέσω τῆς συμμετοχῆς τους σέ διαλόγους καί συσκέψεις τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν, δημιουργώντας ἔτσι τήν Πανθρησκεία τῆς Νέας Ἐποχῆς, ἐντός τῶν πλαισίων τῆς Παγκοσμιοποιήσεως, προοίμιο τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἀντιχρίστου. Γιά νά ἐπιτευχθεῖ αὐτό ἄλλαξαν τό ἡμερολόγιο πρός κοινό συνεορτασμό ὅλων (1924). Ἀφαίρεσαν τά ἀναθέματα καί τήν ἀκοινωνησία κατά τῶν αἱρετικῶν της Δύσεως καί ἐφήρμοσαν μυστική ἕνωση μαζί τους (Πατριάρχης Ἀθηναγόρας-Πάπας, 1965). Ἀναγνώρισαν τά μυστήρια τῆς Δυτικῆς Παπικῆς ψευδεκκλησίας ὡς ἔγκυρα (Balamand, 1993), θεωρώντας τήν «Ἀδελφή Ἐκκλησία» καί δεύτερο πνεύμονα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ (μέ τρίτον ἄραγέ τούς...μονοφυσίτες;). Τέλος,  ἐξίσωσαν τήν Μία καί Μοναδική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, με ὅλες τίς ἐκφυλισμένες ψευδεκκλησίες πού ἵδρυσαν, τῇ ὑποδείξει τοῦ διαβόλου, οἱ ἄνθρωποι (Porto Alegre – 2006, Ραβέννα – 2007). Ἔτσι φτάσαμε σήμερα τά Πατριαρχεῖα Ἀντιοχείας καί Ἀλεξανδρείας νά ἔχουν πλήρη κοινωνία μέ τούς καταδικασμένους ἀπό τήν 4η Οἰκουμενική Σύνοδο, Μονοφυσίτες. Οἱ Φαναριῶτες νά μεταλαμβάνουν τούς Ρωμαιοκαθολικούς, καί ὁ Πάπας νά μνημονεύεται ἀπό τόν Διάκονο στόν Πατριαρχικό ναό τῆς Κπόλεως σάν κανονικός Ἐπίσκοπος Ρώμης!

Οἱ Οἰκουμενιστές ἐπίσκοποι της Ἐπίσημης Κρατικῆς Ἐκκλησίας, μέ τίς συμπροσευχές καί τά συλλείτουργα μέ τούς αἱρετικούς:

α) πρεσβεύουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μόνο ἡ Ὀρθόδοξη ἀλλά ἔχει κομματιαστεῖ σέ διάφορες χριστιανικές ὁμολογίες καί πρέπει νά ἐπανιδρυθεῖ μέ τήν ἕνωση ὅλων (Ὀρθοδόξων, Καθολικῶν, Προτεσταντῶν) γιά νά γίνει ξανά Μία, Ἁγία, Ἀποστολική καί Καθολική ὅπως ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Ἀρνοῦνται καί καταργοῦν δηλαδή τή θεμελιώδη ἀρχή ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι Μία, κατέχουσα τήν Ἀλήθεια τῆς Πίστεως πού μᾶς ὁδηγεῖ στή σωτηρία, καί ἐκτός Αὐτῆς δέν ὑπάρχει σωτηρία. Καί ὅπως ὁ Χριστός εἶναι Ἕνας, Μία εἶναι και ἡ Ἐκκλησία Του ὡς σῶμα Χριστοῦ. Γι’ αὐτό ποτέ, δέν νοεῖται διαίρεση στήν Ἐκκλησία.

β) εἶναι αὐτοκατάκριτοι κατά τόν Ἄπ. Παῦλο καί ἔπαψαν νά εἶναι ἀληθινοί ποιμένες, ἐφόσον οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀπαγορεύουν μέ φρικτά ἐπιτίμια, τήν μέ ὁποιοδήποτε τρόπο ἐπικοινωνία καί συμπροσευχή μέ ἑτεροδόξους – αἱρετικούς.

γ) πάνω ἀπό 80 χρόνια τώρα συζητοῦν μέ τούς ἀμετανοήτους αἱρετικούς. «Αἱρετικόν ἄνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτού» παραγγέλλει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἅς τό ἀκούσουν αὐτό οἱ σύγχρονοι Πατριάρχες καί ἡγέτες τοῦ Οἰκουμενισμοῦ! Αὐτοί πόσες «νουθεσίες» τούς ἔκαναν; Ἑκατοντάδες συναντήσεις καί ἀτελείωτες ἐπαφές, συζητήσεις ἐπί συζητήσεων, συμπόσια, συνέδρια, ἡμερίδες, ἀκόμη καί κρουαζιέρες γιά συζητήσεις «ἐν πλῶ» ἐπινόησαν οἱ σημερινοί νεοημερολογίτες Πατριάρχες καί Ἀρχιεπίσκοποι. Καί τί κατάφεραν; Οἱ αἱρετικοί σήμερα εἶναι τρισχειρότεροι ἀπ’ ὅτι ἦταν πρίν ἀρχίσουν τούς διαλόγους. Καί ὄχι μόνον δέν κατόρθωσαν νά φέρουν τούς αἱρετικούς πλησιέστερα πρός τήν ὁρθοδοξία, ἀλλά συνέβη ἀκριβῶς τό ἀντίθετο. Οἱ νεοημερολογίτες πλησίασαν τούς αἱρετικούς καί ἔγιναν ὅμοιοί τους σέ πολλά σημεῖα: ἀλλαγή ἑορτολογίου, περικοπῆ ἱερῶν ἀκολουθιῶν καί μυστηρίων, υἱοθέτηση τοῦ ραντισμού –ποδόλουτρου– στο Μυστήριο τῆς βαπτίσεως ἀντί για τριπλῆ κατάδυση, ὑποβάθμιση καί παντελῆ ἀγνόηση τοῦ θεσμοῦ τῆς νηστείας, ἐκμοντερνισμός τῆς παραδοσιακής περιβολῆς καί ἐμφανίσεως τοῦ κλήρου. Τό χειρότερο ἀπό ὅλα εἶναι ἡ νόθευση τῶν δογμάτων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τήν υἱοθέτηση συμβιβαστικῶν ἐκφράσεων καί ἀμφίσημων διατυπώσεων. Ἀποτέλεσμα; ἡ σύγχυση, ἡ πλήρης ἀδιαφορία καί ἡ χαλάρωση τοῦ ὀρθοδόξου θρησκευτικοῦ αἰσθήματος τοῦ πιστοῦ λαοῦ ὁ ὁποῖος σέ παλαιότερες ἐποχές ἀποτελοῦσε τόν θεματοφύλακα τῆς Πίστεως. Συνέπεια; Ἡ ἀπώλεια τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς.

Ἄν ζοῦσε σήμερα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, σίγουρα τοῦτοι οἱ οἱκουμενιστές «πεφωτισμένοι θεολόγοι» τῆς σύγχρονης ἐποχῆς, θά τόν καταδίκαζαν ὡς φανατικό καί ὀπισθοδρομικό, «φονταμενταλιστή» «παλαιοημερολογίτη»! Διότι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι δέν ἦταν Οἰκουμενιστές. Κήρυτταν τήν ἀλήθεια. Δέν προσπαθοῦσαν νά γεφυρώσουν τό χάσμα μεταξύ ἀληθείας καί ψεύδους.

Ποῖοι εἶναι Γνήσιοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί;

Οἱ Γνήσιοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, οἱ χλευαστικῶς ἀποκαλούμενοι «παλαιοημερολογίτες» 86 ὁλόκληρα χρόνια ὑπέμειναν σκληρές καί ἀπάνθρωπες διώξεις, ἐξορίες, φυλακίσεις, βασανισμούς, σφράγισμα ναῶν, ἀνατροπή ἐπιταφίων, καθαιρέσεις καί ἀποσχηματισμούς κληρικῶν ἀκόμη καί θάνατο! Καί ὑπομένουν ἀκόμη καί σήμερα ἁρπαγές καί κλείσιμο Ἱερῶν Ναῶν καί Μονῶν καθώς καί ποικίλες συκοφαντίες. Γιατί; Διότι οἱ Πιστοί της Μαρτυρικῆς Ἐκκλησίας τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν ἀγωνίζονται, ὑπομένουν καί ἐπιμένουν, μέ τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, νά μήν ἀλλάξουν τίποτα εἰς τήν πίστη τους, νά διαφυλάξουν ἀνόθευτα τα παραγγέλματα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τίς διδαχές τῶν Ἁγίων Πατέρων.

Τί ὀφείλει νά πράξει ὁ ἐνσυνείδητος Χριστιανός;  Ἅς μιλήσουν οἱ Ἅγιοι!

«Ἀκόμα καί πολύ λίγοι νά παραμείνουν ἑνωμένοι στήν ἀλήθεια καί τήν Ὀρθοδοξία, αὐτοί ἀποτελοῦν τήν Ἐκκλησία καί τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ» (Ἄγ. Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου). «Ἐκεῖνοι πού ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, εἶναι αὐτοί πού βρίσκονται στήν ἀλήθεια. Ἐκεῖνοι πού δέν βρίσκονται στήν ἀλήθεια, δέν ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ» (Ἄγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ). «Ὅσοι προσποιοῦνται ὅτι ὁμολογοῦν τήν ὑγιά Ὀρθόδοξο πίστη, ἀλλά ἔχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τούς ἑτεροδόξους, ἄν ὕστερα ἀπό νουθεσία δέν ἀπομακρυνθοῦν, μ’ αὐτούς τότε, ὄχι μόνο νά μήν ἔχετε ἐκκλησιαστική κοινωνία, ἀλλά οὔτε ἀδελφούς νά τούς ὀνομάζετε» (Μέγ. Βασιλείου). «Καλό εἶναι νά εἰρηνεύουμε μέ τούς πάντες, ἀλλά ταυτόχρονα νά συμφωνοῦμε σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τήν ὀρθή πίστη. Νά ἀποφεύγετε, ὡσάν νά ἀποφεύγετε φίδια, τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ αὐτούς ποῦ εἶναι ἀκοινωνητοί καί τό μνημόσυνο αὐτῶν πού δέν πρέπει νά μνημονεύονται. Διότι αὐτοί εἶναι ψευδαπόστολοι, ἐργάτες δόλιοι πού μετασχησματίζονται σέ ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ» (Ἄγ. Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ). «Νά μήν ἀποδέχεστε κανένα αἱρετικό δόγμα μέ πρόσχημα τήν ἀγάπη» (Ἄγ. Ἰω. Χρυσοστόμου). «Ἐάν ὅμως ὁ λόγος καί ἡ ὑπόθεσις εἶναι περί πίστεως καί τῶν παραδόσεων τῆς Ἐκκλησίας μας, τότε καί ὁ πλέον εἰρηνικός καί ἠσύχιος πρέπει νά πολεμεῖ ὑπέρ αὐτῶν» (Ἄγ. Νικοδήμου).

Γι’ αὐτό – ὅποιος ἐπιθυμεῖ τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς τοῦ – ὀφείλει νά πάψει νά παραμένει παθητικός «ἀχρι-καιριστής» καί νά διακόψει ἄμεσα κάθε κοινωνία μέ τούς Οἰκουμενιστές.

Ἐπιμέλεια :  « Νεανικός Ὀρθόδοξος Σύνδεσμος »

 
Picture
Ὑπό τοῦ Θεοφιλ. Ἐπισκόπου Μαραθῶνος κ. Φωτίου

        Πληροφορούμεθα ὅτι εἰς τάς ἡμέρας μας ἀναβιώνει ἡ αἵρεσις τῆς Ὀνοματολατρείας, μεταξύ κυρίως τῶν Σλαύων Ὀρθοδόξων, τινές τῶν ὁποίων εὑρίσκουν καταφύγιον εἰς παρασυναγωγὰς καθηρημένων ἢ ἀχειροτονήτων καλουμένων καί αὐτῶν δῆθεν ὡς Γ.Ο.Χ., μή ὄντες πράγματι. Οἱ παρασυνάγωγοι οὗτοι ὑπνοῦνται μακαρίως μή ἀντιλαμβανόμενοι τόν κίνδυνον ἐκ τῆς ὑποθάλψεως τῆς τοιαύτης αἱρέσεως καί προσθέτουν ἔτι περισσότερον κρῖμα εἰς ἑαυτούς, ὡσάν νά μή ἔφθανε εἰς αὐτούς ἡ ἐπισυσσωρευμένη ἐπ' αὐτῶν ὀργή τοῦ Θεοῦ διά τά σχίσματα τά ὁποῖα προεκάλεσαν καί τήν ἀπώλειαν τόσων ψυχῶν. Ὅθεν κρίνομεν σκόπιμον νά ἀναφέρωμεν ὀλίγα τινά διά τήν κατεγνωσμένην ταύτην αἵρεσιν.
        Ὁ σπινθήρ τῆς αἱρέσεως ἠνάφθη ὑπό Ρωσου τινός Μοναχοῦ Ἱλαρίωνος λεγομένου. Οὗτος ἐμόναζεν εἰς τό ἐν Καυκάσω μετόχιον τῆς Ι.Μ. Ἅγ. Παντελεήμονος Ἁγ. Ὅρους, Σίμων ὁ Χαναναῖος, καί τό 1907 συνέγραψεν βιβλίον περί τῆς νοερᾶς προσευχῆς ὑπό τίτλον «Ἐπί τῶν Ὀρέων τοῦ Καυκάσου». Ἐκεῖ ὁ συγγραφεύς, εἰς τήν προσπάθειάν του νά ἑρμηνεύσῃ τήν ὠφέλειαν ἐκ τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ, διετύπωσε τήν καινοφανῆ διδασκαλίαν ὅτι «ὁ Θεός ἐνυπάρχει εἰς τό ὄνομά Του».
       Ἡ διαασκαλία αὐτή διεδόθη μεταξύ τῶν ἁγιορειτῶν Ρώσων Μοναχῶν καί ἀπέκτησε ἕναν ἄλλο ἀπολογητήν τῆς νεοφανοῦς δοξασίας, τόν π. Ἀντώνιον Μπουλάτοβιτς πρώην ἀξιωματικό του Τσαρικοῦ στρατοῦ. Αἱ ἔριδες μεταξύ τῶν Ρώσων ἁγιορειτῶν ἦσαν σφοδρές. Οἱ ὀνοματολάτραι κατώρθωσαν νά ἐκλέξουν Δικαῖον τῆς Ἱ. Σκήτεως τοῦ Ἁγ. Ἀνδρέου. Ὁ Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ἁγ. Παντελεήμονος Μισαήλ, ἀλλά καί ὁ Μπουλάτοβιτς ἀπευθύνονται πρός τόν Οἰκ. Πατριάρχη Ἰωακείμ Γ΄ ὁ ὁποῖος καταδικάζει τήν Ὀνοματολατρείαν. Εἰς ἐπιστολήν του πρός τόν Ἡγούμενον Μισαήλ τῆς 12ης Σεπτεμβρίου 1912, ὅπου μεταξύ των ἄλλων γράφει· «Τοῖς ἀνοήτως θεολογοῦσι αὐτόθι μοναχοῖς καί τήν περί τῆς θεότητος τοῦ ὀνόματος "Ἰησοῦς" πεπλανημένη θεωρίαν ἐπινοήσασι καί εἰσάγουσι συμβουλεύομεν καί ἐντελλόμεθα πατρικῶς ἀμέσως καί αὐστηρῶς ἀποστῆναι ἀπό τῆς ψυχωλέθρου πλάνης...», ἀπηγόρευσε δέ τήν ἀνάγνωσιν τοῦ βιβλίου «Ἐπί τῶν ὀρέων τοῦ Καυκάσου».
        Ὅμως ὁ Μπουλάτοβιτς ὑπεραμύνετο τῶν δοξασιῶν του, ἐξέδωσε δέ καί βιβλία ὅπως τήν «Ἀπολογία» καί τό «Περί τοῦ Ὀνόματος τοῦ Θεοῦ» (τοῦτο ἑλληνιστί) καί ἐπιστολάς.
Μεταξύ τῶν ἄλλων ὁ Μπουλάτοβιτς ὑπεστήριξε ὅτι:
«Τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ εἶναι Θεός»
«Οἱ ἐν τῷ Θαβωρίῳ λόγοι οἱ ἀκουσθέντες ὑπό τῶν Ἀποστόλων εἶναι αὐτός ὁ Θεός»
«Οἱ ἐν Σινᾷ ἀκουσθέντες ὑπό τῶν Ἰσραηλιτῶν λόγοι εἶναι αὐτός ὁ Θεός»
«Ἐν τοῖς ἤχοις καί ἐν τοῖς γράμμασι τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ εἶναι παροῦσα ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ».
        Δηλαδή, ἀρκεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἀπαγγείλη τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ (ἔτι καί ἄνευ πίστεως, ἀσυνειδήτως) καί ὁ Θεός εἶναι ἠναγκασμένος νά παρίσταται διά τῆς Χάριτος τοῦ μετά τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ καί νά πληροῖ τά αἰτήματά του.
        Τοῦτο ὅμως εἶναι δυσειδαιμονία.
       Κατόπιν γνωμοδοτήσεως τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης καί ὁ Πατριάρχης Γερμανός Ε΄ καταδίκασε τήν αἵρεσιν αὐτήν (Ἐπιστολή Πατρ. Γερμανοῦ Ε΄ τῆς 15ης Φεβρουαρίου 1913). Καί ἡ Συνοδός τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας (Ἐπιστολή 18ης Μαΐου, ἀπόφασις 22ας Αὐγούστου τοῦ 1913).
        Πρέπει νά σημειωθῇ ὅτι εἰς τήν καταδίκην της αἱρέσεως αὐτῆς συνετέλεσε κατά πολύ ὁ ὀνομαστός Ἁγιορείτης Γέρων Καλλίνικος ὁ λεγόμενος Ἡσυχαστής. Ὁ Γέρων Καλλίνικος, αὐτοδίδακτος γνώστης τῆς ρωσικῆς γλώσσης εἶχε μελετήσει τά συγγράμματα τοῦ Ἰλαρίωνος καί τοῦ Μπουλάτοβιτς καί εἶχε γράψει ὑπομνήματα τόσον πρός τό Πατριαρχεῖον Κωνσταντινουπόλεως ὅσον καί πρός τό Ἐκκλησίαν τῆς Ρωσίας. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ ἔκφρασις τοῦ Γέροντος Καλλινίκου περί τῶν Ὀνοματολατρῶν· «ἄφησαν τό κεφάλι καί λατρεύουν τήν σκούφια».
        Διά τόν λόγον αὐτόν ὁ Τσάρος τῆς Ρωσίας καί ὁ Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας μετά τήν καταδίκην της αἱρέσεως, ἀπέστειλαν παράσημα πρός τόν Γέροντα Καλλίνικον, τά ὁποῖα φυλάσσονται μέχρι σήμερον εἰς τήν Ἁγιορειτικήν Καλύβην τοῦ Ἄγ. Γερασίμου. (βλ. "Καλλίνικος ὁ Ἡσυχαστής", ἔκδ. Ι. Μ. Παρακλήτου, σελ. 55-56).
        Μίαν σύγχρονον ἔκδοσιν τῆς ὀνοματολατρικῆς πλάνης, θά ἐξετάσωμεν, Θεοῦ θέλοντος, προσεχῶς.


(Ἐδημοσιεύθη εἰς τήν "Φωνήν τῆς Ὀρθοδοξίας", ἀ.τ. 934, Μάϊος - Ἰούνιος 2005)


    Αρχείο

    All